- ὑποταρταρίους
- ὑποταρτάριοςunder Tartarusmasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υποταρτάριος — ον, MA, θηλ. και ία Μ αυτός που βρίσκεται κάτω από τον Τάρταρο, στα τάρταρα (α. «ἐς σήραγγα τὴν ὑποταρταρίαν», Κ. Μανασσ. β. «θεοὺς... τοὺς ὑποταρταρίους», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + ταρτάριος (< Τάρταρος)] … Dictionary of Greek